COVID-19: Μοριακό Τεστ ανίχνευσης κορωνοιου (PCR) στο Υγιαίνειν
29/09/2020COVID-19 εξελίξεις: Ενημέρωση
11/01/2021Καθώς το αντιγριπικό εμβόλιο αρχίζει να διατίθεται στα φαρμακεία από τη Δευτέρα 28/9/2020, οι ειδικοί σε παγκόσμιο επίπεδο δηλώνουν πως για την περίοδο 2020-2021, με την πανδημία από τον ιό SARS-COV-2 σε εξέλιξη, είναι ακόμη πιο σημαντικό από ότι στα προηγούμενα «κανονικά» χρόνια. Καθώς υπάρχει ο κίνδυνος η εποχική γρίπη να συμπέσει με μια επιδημική έξαρση της νόσου COVID-19, ο αντιγριπικός εμβολιασμός είναι απολύτως απαραίτητος για την προστασία των ευπαθών ομάδων, αλλά και για τη βιωσιμότητα του συστήματος υγείας.
Η πρόληψη και η μείωση της σοβαρότητας της γρίπης μέσω του αντιγριπικού εμβολιασμού είναι δυνατόν να οδηγήσει σε μείωση αυτών που θα νοσήσουν από γρίπη στην κοινότητα, των επισκέψεων σε γιατρούς, των νοσηλειών και των εισαγωγών σε ΜΕΘ, ανακουφίζοντας τα συστήματα υγείας από επιπρόσθετη πίεση και ενώ αυτά ήδη κινδυνεύουν να λυγίσουν υπό το βάρος της COVID-19. Ο εκτεταμένος εμβολιασμός έναντι της γρίπης, μειώνοντας τον επιπολασμό της, θα μειώσει και τις περιπτώσεις ασθενών με συμπτώματα που δύσκολα θα μπορούσαν να διακριθούν από αυτά της COVID-19.
Θα είναι σημαντικό να πετύχουμε την, όσο το δυνατόν υψηλότερη, εμβολιαστική κάλυψη, να υπερβούμε το 75% στις ομάδες υψηλού κινδύνου, αυτών δηλαδή που εμφανίζουν ιδιαίτερα αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης επιπλοκών αν νοσήσουν από τη γρίπη, ώστε να αποφύγουμε την υπερβολική επιβάρυνση του συστήματος υγείας.
Η επίτευξη της υψηλής εμβολιαστικής κάλυψης παραμένει μια σημαντική πρόκληση για τη Δημόσια Υγεία. Ενδεικτικά την περίοδο 2018-19 μόνο οι 56 από τα 374 (15%) σοβαρά κρούσματα γρίπης με νοσηλεία σε ΜΕΘ είχαν εμβολιαστεί έναντι της γρίπης, ενώ οι 287 (76,7%) ανήκαν σε ομάδες υψηλού κινδύνου για τις οποίες συνιστάται κατά προτεραιότητα ο αντιγριπικός εμβολιασμός.
Ομάδες αυξημένου κινδύνου στις οποίες συστήνεται κατά προτεραιότητα ο αντιγριπικός εμβολιασμός:
1. Εργαζόμενοι σε χώρους παροχής υπηρεσιών υγείας
2. ≥ 60 ετών
3. Παιδιά (≥ 6 μηνών) και ενήλικες με ≥1 επιβαρυντικούς παράγοντες ή χρόνια νοσήματα όπως:
– Άσθμα ή άλλες χρόνιες πνευμονοπάθειες
– Καρδιακή νόσο με σοβαρή αιμοδυναμική διαταραχή
– Ανοσοκαταστολή (κληρονομική ή επίκτητη)
– Μεταμόσχευση οργάνων
– Δρεπανοκυτταρική αναιμία (και άλλες αιμοσφαιρινοπάθειες)
– Σακχαρώδη διαβήτη ή άλλο χρόνιο μεταβολικό νόσημα
– Χρόνια νεφροπάθεια
– Νευρολογικά -νευρομυϊκά νοσήματα
4. Έγκυες (ανεξαρτήτου τριμήνου κύησης), λεχωίδες και θηλάζουσες
5. Άτομα με νοσογόνο παχυσαρκία (ΒΜΙ >40Kg/m²) και παιδιά με ΒΜΙ>95η ΕΘ
6. Άτομα που βρίσκονται σε στενή επαφή με παιδιά <6 μηνών ή φροντίζουν άτομα με υποκείμενο νόσημα
7. Οι κλειστοί πληθυσμοί (προσωπικό και εσωτερικοί σπουδαστές σχολείων, στρατιωτικών και αστυνομικών σχολών και τρόφιμοι και προσωπικό ιδρυμάτων κ.ά.).
Το αντιγριπικό εμβόλιο, αν υπάρχει διαθέσιμο και μετά τον εμβολιασμό των ομάδων προτεραιότητας, μπορεί να κάνει οποιοσδήποτε είναι άνω των 6 μηνών και δεν έχει κάποια αντένδειξη.
Χρειάζονται περίπου δύο εβδομάδες μετά τον εμβολιασμό για την ανάπτυξη αντισωμάτων και την παροχή προστασίας από τη γρίπη και ο εμβολιασμός θα πρέπει να γίνεται πριν ξεκινήσουν να εξαπλώνονται οι ιοί της γρίπης στην κοινότητα. Ο εμβολιασμός συστήνεται να γίνεται κατά προτίμηση από τα μέσα Οκτωβρίου μέχρι και τα μέσα ή τέλη Νοεμβρίου. Ωστόσο, ο εμβολιασμός ακόμα και αργότερα μπορεί να είναι επωφελής και θα πρέπει να συνεχίσει να προσφέρεται καθ ‘όλη τη διάρκεια της εποχής της γρίπης, ακόμη και τον Ιανουάριο ή και αργότερα.
Συστήνεται μία μόνο δόση εμβολίου, εκτός από την περίπτωση των παιδιών έως 9 ετών που εμβολιάζονται για πρώτη φορά, οπότε και απαιτούνται 2 δόσεις, με μεσοδιάστημα ενός μήνα.
Περί τις 4,2 εκατομμύρια δόσεις αντιγριπικού εμβολίου έχει εξασφαλίσει το υπουργείο Υγείας, ποσότητα μεγαλύτερη από κάθε άλλη φορά, που δύναται να καλύψει την αυξημένη ζήτηση και ειδικά τις ομάδες υψηλού κινδύνου.
Το 2018-19 είχαν γίνει 2.300.000 αντιγριπικοί εμβολιασμοί και την περίοδο 2019-2020, μετά από συντονισμένες προσπάθειες του Υπουργείου Υγείας και εμπλεκόμενων φορέων, πραγματοποιήθηκαν 3.100.000 που αποτελεί επίδοση ρεκόρ.
Ειδικά τη φετινή περίοδο, πιθανώς θα πρέπει να εξετασθεί από την Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών, η επέκταση του εμβολιασμού της γρίπης στα παιδιά και ιδιαίτερα σε αυτά μέχρι 12 ετών, καθώς πέρα από την ατομική προστασία που προσφέρει στα ίδια τα παιδιά, είναι δυνατόν και να μειώσει τη μετάδοση σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. Η πρακτική αυτή ακολουθείται ήδη από αρκετές χώρες. Αποτελέσματα πρόσφατης μελέτης από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, στο Berkeley, συνηγορούν υπέρ αυτής. Η αυξημένη εμβολιαστική κάλυψη σε μαθητές νηπιαγωγείου και δημοτικού συσχετίστηκε με μείωση των νοσηλειών από γρίπη τόσο στα παιδιά, αλλά και σε άτομα κάθε άλλης ηλικιακής ομάδας.
Τα αποτελέσματα αυτά δεν προκαλούν έκπληξη στους ειδικούς της Δημόσιας Υγείας, δεδομένης της δικαιολογημένης φήμης των παιδιών ως σημαντικών φορέων εξάπλωσης των ιογενών νοσημάτων.
Εμβολιασμός έναντι πνευμονιόκοκκων
Πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό μέτρο πρόληψης, που μειώνει αποτελεσματικά τον κίνδυνο λοίμωξης από πνευμονιόκοκκο. Ο πνευμονιόκοκκος ή στρεπτόκοκκος της πνευμονίας είναι το κύριο αίτιο βακτηριακής πνευμονίας. Μπορεί, ακόμη, να προκαλέσει μηνιγγίτιδα, μικροβιαιμία και μέση ωτίτιδα. Ειδικά στην παρούσα συγκυρία, η αξία του αντιπνευμονιοκοκκικού εμβολιασμού διατρανώνεται, μια και η συνύπαρξη πιθανής βακτηριακής πνευμονίας με COVID-19 λοίμωξη αποτελεί εκρηκτικό μείγμα…
Στα παιδιά είναι ένα εμβόλιο ρουτίνας. Στους ενήλικες θα πρέπει να γίνεται σε όλους όσους έχουν αυξημένο κίνδυνο να προσβληθούν από πνευμονιόκοκκο ή να παρουσιάσουν σοβαρές επιπλοκές εάν νοσήσουν.
Υπάρχουν 2 τύποι εμβολίου:
- Το κεκαθαρμένο πολυσακχαριδικό αντιγόνο πνευμονιόκοκκου (PPSV23, εμπορική ονομασία: Pneumovax 23) περιέχει 23 πνευμονιοκοκκικά πολυσακχαρίδια. Στο παρελθόν αυτοί οι 23 ορότυποι προκαλούσαν το 85 – 90% των περιπτώσεων λοίμωξης από πνευμονιόκοκκο στους ενηλίκους. Σήμερα όμως προκαλούν μόνο το 50 – 60% αυτών των λοιμώξεων.
- Το συζευγμένο πολυσακχαριδικό εμβόλιο πνευμονιόκοκκου (PCV-13, εμπορική ονομασία: Prevenar-13) περιέχει 13 πνευμονιοκοκκικά πολυσακχαρίδια συνδεδεμένα με μια πρωτεϊνη. Στα παιδιά τα πολυσακχαριδικά αντιγόνα δεν διεγείρουν την ανοσία, όταν όμως είναι συνδεδεμένα με αυτή την πρωτεϊνη, τότε προκαλείται η παραγωγή αντισωμάτων. Έτσι, το PCV13 είναι το κατάλληλο εμβόλιο για την παιδική ηλικία, ενώ χρησιμοποιείται και σε ενηλίκους με αυξημένο κίνδυνο για σοβαρή πνευμονιοκοκκική νόσο. Ο εμβολιασμός των παιδιών και των ενηλίκων με το συνδεδεμένο PCV13 έχει μειώσει κατά 90% τη νόσο από αυτούς τους οροτύπους.
Έχουν ταυτοποιηθεί στη φύση πάνω από 90 ορότυποι πνευμονιοκόκκου. Είναι αδύνατο όλοι αυτοί να περιληφθούν σε ένα μόνο εμβόλιο.
Σε ποιους ενήλικες θα πρέπει να γίνεται το εμβόλιο;
Α. Ηλικία 19 – 64 ετών
- Υγιείς: Δεν συνίσταται κανένα από τα δύο εμβόλια.
- Μη ανοσοκατασταλμένοι με χρόνια νοσήματα: Μια δόση PCV13 κι ένα χρόνο μετά μία δόση PPSV23. Σ’ αυτή την κατηγορία εμπίπτουν τα άτομα με χρόνια καρδιακά νοσήματα (όχι υπέρταση), πνευμονοπάθειες, ηπατοπάθειες, χρόνια νεφρική νόσο, αρρύθμιστο διαβήτη, καπνιστές, αλκοολικοί.κλπ.
- Μη ανοσοκατασταλμένοι με κίνδυνο μηνιγγίτιδας Πρώτα γίνεται το PCV13 και μετά από τουλάχιστον 8 εβδομάδες γίνεται το PPSV23. Το τελευταίο θα πρέπει να επαναλαμβάνεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Σε αυτή την κατηγορία περιλαμβάνονται άτομα με κοχλιακά εμφυτεύματα, με διαρροή εγκεφαλωντιαίου υγρού ή με ιστορικό πνευμονιοκοκκικής μηνιγγίτιδος.
- Ανοσοκατασταλμένοι: Γίνονται και τα δυο εμβόλια, πρώτα το PCV13 και τουλάχιστον 8 εβδομάδες μετά το PPSV23. Εδώ περιλαμβάνονται άτομα με ανατομική ή λειτουργική ασπληνία, δρεπανοκυτταρική αναιμία ή άλλη αιμοσφαιρινοπάθεια, HIV, σοβαρή χρόνια νεφρική νόσο, αιματολογικές κακοήθειες, κακοήθεις όγκους, μεταμοσχευθέντες, ιατρογενή ανοσοκαταστολή (χρόνια χορήγηση κορτικοστεροειδών ή ακτινοθεραπεία), συγγενείς ή επίκτητες ανοσοανεπάρκειες κλπ.
Β. Ηλικία 65 ετών και άνω
Συστήνονται και τα δύο εμβόλια, πρώτα το PCV13 κι ένα έτος αργότερα το PPSV23.
Μπορούν να συγχορηγηθούν με άλλα εμβόλια (π.χ. αντιγριπικό);
Οποιοδήποτε από τα δυο μπορεί να χορηγηθεί ταυτόχρονα με άλλα εμβόλια, αρκεί να χρησιμοποιηθεί διαφορετική σύριγγα και η ένεση να γίνει σε διαφορετική περιοχή του σώματος.
Ειδικότερα, η συγχορήγηση με το εμβόλιο της γρίπης είναι ασφαλής και δεν αλλάζει την αποτλεσματικότητα των εμβολίων. Όσον αφορά το εμβόλιο του έρπητα ζωστήρα, συγχορηγούνται ταυτόχρονα, αλλά ενδεχομένως μειώνεται η αποτελεσματικότητα του εμβολίου κατά του έρπητα ζωστήρα.